- ἐπιχειροῖ
- ἐπιχειρέωput one's hand topres opt act 3rd sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πάντως — ΝΜΑ επίρρ. με όλους τους τρόπους, εξάπαντος, σε κάθε περίπτωση, αναμφιβόλως, οπωσδήποτε (α. «εγώ πάντως πρέπει να πάω» β. «δεῑ με πάντως τὴν ἑορτήν... ποιῆσαι εἰς Ἱεροσόλυμα», ΚΔ) νεοελλ. ωστόσο («μπορεί να μού μίλησες σκληρά, εγώ πάντως σέ… … Dictionary of Greek